Featured post

Η ψωροκώσταινα και η μπότα των κατακτητών

Του Κ.Π.Βλαχοδήμου Κανείς εύκολα μπορεί να παραδεχτεί ότι έξοδος από το τέλμα που έχει βυθιστεί ένα πολύ μεγάλο μέρος της Ελληνικής κ...

21 May 2011

The European Ostrich Syndrome

As an observer of political events in Brussels and in my home country, Greece, that I visit often and can testify to a rapidly collapsing social tissue, I am looking at developments at the two extremes, the highest point of European decision making and the lowest point of the citizen of a country in Southern Europe under extreme duress. I cannot help but taken aback by the inconsistent and ineffective attempts to fend off attacks on the Euro and the European Union itself. These attacks are driven by speculative forces liberated till now from state regulation and supervision mainly but not solely due to globalisation of untouchable modern financial services.


So many resources, so much time and political capital are spent looking at parts of a reality that cannot be tackled in slices. European institutions, with a mild support from the other side of the Atlantic and a lot of signs of guilt, focus on tackling the economy, energy, environment, immigration, multiculturalism, global competition, the future of the European social model and other dimension of the European experiment. But resist in attacking frontally the obvious core of all of that; the future of the European Union as an entity that needs to be equipped with a strong and clear political identity, a no-go debate area in the past.

The elites of European affairs from all member states and Brussels liked to hide behind the premise that EU has evolved and prospered through crisis. But it is fair to say that today’s crisis does not resemble with any of the past, being much deeper and immeasurably broader whilst the rest of the world is moving very fast into the future.

Start with the challenges in the financial world and the economy as an example. Everybody recognised early the wedge north-south in economic performance as well as the immaturity of financial infrastructures and mismanagement of public administration resources and finances in the South. The phenomenon did not fall from the sky overnight. Member states have been monitoring the gaping chasm increasing through the years even before the Euro experiment was decided in the early 90s. However, beyond broad and ambiguous agreements on financial flows, actions to manage this phenomenon was member states prerogative dealt with at intergovernmental fora under the principle of non interference in each other’s political affairs. This has now led to some members having lost a major part of their sovereignty to transnational and international institutions. They are driven mainly by global financial forces poorly regulated, in spite reactive attempts by the other members to salvage and to the detriment of social and political stability in all EU member states.

Then looking at the migration issue, in our view probably more serious and potentially explosive, we have also ample evidence of the realisation that the multicultural experiment has failed, at least for flows from countries outside Europe with radically different cultures. The ease of integrating immigrants of Southern Europe with strong cultural affinity to the North in the fifties and sixties was a misleading indicator. But we still see little concerted action for the development of a comprehensive policy that will balance European society’s capacity to absorb and integrate resources it really needs with the reality of existing minorities across the EU, the disproportionate influx pressures of Border States and the protection of people in genuine need of political asylum. The spectacular increase of popularity of far right parties across Europe is a sure sign that a serious threat is underestimated. And yet this area remains mainly a member state prerogative with accelerating friction between members as recently between Italy and France or Greece and Spain with all the others earlier.

Similar evidence for lack of European political momentum exists in other areas such as energy, environment, global competition and the future of the European social model. The common denominator in all this is lack of cohesion of member states.

It is easy to say that the EU lacks political leadership but this is unfair. Some of the more mature EU countries leaders today have shown more than adequate capacity to lead an evolving Europe on the pattern of the past. The problem is that the EU today stands at a critical juncture. It is facing major ascending competitive forces on the world arena and starker opportunities and threats to its survival. It thus needs a change of gear in its path towards a deeper integration to project its political and economic weight.

Europe has the leadership capacity to move on but needs a major campaign of communication to citizens across the EU that will project these opportunities and threats to a politically integrated Europe compared to those to a segmented one. The view for financial sacrifice of the North and severe fiscal and social discipline in the South is too simplistic to be convincing to either side in reasoning for a move towards a much deeper integration. It needs a campaign that will be a European one where the member states will fall in line with this one message and will not deviate in interpretation confusing it for national political gains. It will amply shed light to the citizen’s behavior as ostrich against an oncoming storm. The difficulties for such a move are not underestimated but it is perhaps now more critical than ever before to revive the vision of our forefathers for an integrated European society with a strong cohesion as the best guarantee for the future of our children. They will live in a world that offers plenty of opportunities but could be a lethal threat for isolated peoples of the European continent.



K. P. Vlahodimos 24 April 2011

Ενέργεια στον 21ο αιώνα

Τόσα έχουν ήδη γραφτεί για τις «ενεργειακές ανάγκες» καθώς η ανθρωπότητα προχωρεί σε αυτόν τον αιώνα και το ενδιαφέρον αυξάνεται. Κάθε ειδικός στον τομέα εκφράζει απόψεις, και όπως η συζήτηση γίνεται εντονότερη ο κίνδυνος υπερπληροφόρησης είναι προφανής. Έχοντας πλήρη συνείδηση του κινδύνου επιβάρυνσης αυτού του κλίματος, ο στόχος του παρόντος άρθρου είναι να προβάλλει τις παγκόσμιες τάσεις προς ένα όραμα ελπίδας για την ενεργειακή πρόκληση απευθυνόμενο στον ενημερωμένο αναγνώστη. Η πρόταση στηρίζεται πάνω σε εξελίξεις σχετικών τεχνολογιών και δημογραφικές και περιβαλλοντικές πιέσεις. Θεωρεί ότι η τελική λύση πέρα από τα μέσα του αιώνα θα αφορά αποκλειστικά περιβαλλοντολογικά ουδέτερες τεχνολογίες που μιμούνται φυσικές διαδικασίες όπως η πυρηνική σύντηξη. Θέτει το ζήτημα σε παγκόσμια προοπτική κρατώντας σε ισορροπία τις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες πιέσεις καθώς η πρόκληση αφορά άμεσα το σύνολο του πλανήτη. Θεωρεί βέβαιον ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα συμμετάσχουν άμεσα, με αυξανόμενο δυναμικό επιρροής.




Ορισμένα αναμφισβήτητα δεδομένα συμβάλουν στη δημιουργία ενός πλαισίου. Το ευκολότερο για να ξεκινήσει κανείς είναι τα δημογραφικά στοιχεία. Εκτός αν συμβούν μείζονα καταστροφικά επεισόδια, είμαστε βέβαιοι ότι στα μέσα αυτού του αιώνα ο πληθυσμός του πλανήτη θα πλησιάζει τα 10 δισ. ψυχές, μια αύξηση περισσότερο από 50%. Πιο σημαντικά, το κατά κεφαλήν εισόδημα, παράγοντας άμεσα συνδεδεμένος με την αύξηση του πληθυσμού, θα πραγματοποιήσει μια πιο θεαματική ανάπτυξη. Και μια τέτοια ευημερία αναπόφευκτα θα αυξήσει ανάλογα τις προσδοκίες για τα πρότυπα διαβίωσης. Δεν χρειάζονται λεπτομερή στατιστικά στοιχεία για να συνειδητοποιήσει κάνεις ότι η επακόλουθη αύξηση της ζήτησης για ενέργεια βάζει πολλά από τα σημερινά πολυσυζητημένα θέματα όπως τις εκπομπές CO² και την προκύπτουσα ζημία στο περιβάλλον σε ένα δευτερεύοντα ρόλο πίσω από την πρόκληση των ενεργειακών αναγκών. Η ανθρωπότητα χρειάζεται ένα όραμα σε υψηλότερο επίπεδο.



Στη δημόσια συζήτηση, βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προκλήσεις ενεργειακών αναγκών είναι συχνά συγκεχυμένες, δημιουργώντας ένα ομιχλώδη ορίζοντα και έτσι λίγη πιθανότητα για ένα σαφές όραμα ελπίδας στον ενδιαφερόμενο πολίτη. Είναι σαν η επιστημονική κοινότητα και οι πολιτικές ηγεσίες να έχουν την πρόθεση να ασχοληθούν με μια πρόκληση που θεωρούν ιδιαίτερα πολύπλοκη στο απόρρητο, αφήνοντας τους πολίτες στο σκοτάδι. Και τούτο ενώ υπάρχουν πολλές ενδείξεις πενιχρού συντονισμού τους και πιο σημαντικά, αναποτελεσματικές ή ανύπαρκτες θεσμικές δομές παγκόσμιας διακυβέρνησης για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, ενώ ταυτόχρονα διαπιστώνεται θεαματική αύξηση του επιπέδου γνώσεων του μέσου ατόμου που ενδιαφέρεται για τις εξελίξεις και των τηλεπικοινωνιών.



Εάν υπάρχουν σχετικές στρατηγικές δράσης και επικοινωνίας, έχουν πολύ μικρή αποτελεσματικότητα. Είμαστε όλοι πάνω σε μια μικρή καταπονούμενη πλατφόρμα και χρειαζόμαστε απεγνωσμένα παγκόσμια συναίνεση. Το κίνημα των μη κυβερνητικών οργανώσεων έχει δείξει αρχικά τον δρόμο, αλλά τα περισσότερα από τα μέλη του δεν έχουν παγκόσμια εμβέλεια και ορισμένα έχουν πολιτικοποιηθεί με στενούς στόχους καθιστάμενα μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Το κοινό φαίνεται να έχει σοβαρές αμφιβολίες για την επάρκεια των επιστημονικών γνώσεων για σημαντικά θέματα όπως η κλιματική αλλαγή και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Κατά συνέπεια δυστυχώς επιλέγει, για προληπτικούς λόγους, την καθιέρωση αυστηρών κανονισμών με μεγαλύτερη πιθανότητα άσκοπης κατασπατάλησης μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων ενώ σε τέτοιες περιστάσεις είναι αναγκαίες σημαντικές και επείγουσες προσπάθειες επιστημονικής έρευνας.



Σε συνδυασμό με αυτήν την έλλειψη ερευνητικών πόρων, κάνεις διακρίνει μια αυξανόμενη πολιτικοποίηση της επιστήμης με δυνητικά καταστροφικές συνέπειες. Η ιστορία, ακόμη και πρόσφατα, γεμίζει με τέτοια φαινόμενα. Αυτά δεν προέρχονται μόνο από μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας καθοδηγούμενα από μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα ή από κυβερνήσεις. Το κίνημα των μη κυβερνητικών οργανώσεων αποτελεί επίσης παράγοντα. Ένα κίνημα που ξεκίνησε με ιδανικά και έχει συμβάλει πολύ θετικά στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής σταδιακά εμφανίζει περιπτώσεις πολιτικοποιημένης επιστήμης που συχνά το αποξενώνει από αυτά τα ιδανικά.



Δύο επιπλέον παράγοντες επιδεινώνουν την κατάσταση. Ο πρώτος είναι η αντίληψη ότι η ενεργειακή επάρκεια ελέγχεται από μια μικρή μειοψηφία από ισχυρά ιδιωτικά συμφέροντα και έθνη. Υπάρχουν πολλά στοιχεία που ωθούν ένα παρατηρητή να συμφωνήσει. ΜΜΕ γεμίζουν με ειδήσεις για γεγονότα που δείχνουν σημαντικά οικονομικά, εθνικά και μερικές φορές συντεχνιακά συμφέροντα ενεργά στο παιχνίδι. Αλλά ο κόσμος σε μεγάλο βαθμό είναι απίθανο μακροχρόνια να αποδεχθεί αυτή την κατάσταση. Κατά συνέπεια, το σημερινό πρότυπο της κοινωνικού καπιταλισμού θα βρίσκεται υπό αυξανόμενη πίεση καθώς κοινωνικό-πολιτικά ρεύματα από τις αναπτυσσόμενες περιοχές κάνουν έκδηλη την επιρροή τους.



Ο δεύτερος παράγων είναι ο αναγκαία μακρός ορίζων προγραμματισμού που απαιτείται για διαρθρωτικές αλλαγές στις δομές ενεργειακού εφοδιασμού. Από τα κλασικά ορυκτά καύσιμα έως την πυρηνική ενέργεια, οι εγκαταστάσεις παραγωγής απαιτούν πολλά χρόνια σχεδιασμού, προγραμματισμού και κατασκευής πριν τεθούν σε λειτουργία. Παρόμοιες μεταβολές στο σύστημα διανομής είναι βέβαιον ότι θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στους τρόπους που λειτουργούν οι κοινωνίες σήμερα.



Επομένως, δημιουργείται η ανάγκη για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση των ενεργειακών αναγκών στη μέση του αιώνα. Για τον καθορισμό του διαχωρίζεται η παραγωγή της ενέργειας από την διανομή της και τους τρόπους κατανάλωσης για ευελιξία στον καθορισμό αντίστοιχων πολιτικών και στρατηγικών. Η ενέργεια θα παράγεται σαν ηλεκτρική για άμεση κατανάλωση ή σαν παράγωγό της ως υδρογόνο/οξυγόνο για κατανάλωση σε ειδικές περιπτώσεις. Έτσι η διαχείριση των παραμέτρων παραγωγής καθίσταται ανεξάρτητη από την αποθήκευση και τα δίκτυα διανομής που θα εξελιχτούν σύμφωνα με γεωγραφικές και κοινωνικές ανάγκες. Βάση της είναι η παραγωγή άφθονης ενέργειας από πόρους χωρίς επιβάρυνση CO². Βεβαίως κανείς δεν αμφιβάλει για τις δυσκολίες, την πολυπλοκότητα στις λεπτομέρειες του σχεδιασμού, τις προκλήσεις για την επιστημονική κοινότητα και την πολιτική ηγεσία καθώς και το γιγαντιαίο ποσό πόρων που απαιτούνται ιδίως στις αρχές της μετάβασης.



Για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας υπάρχει αριθμός γνωστών και μακροπρόθεσμα βιώσιμων τεχνολογιών που απαιτούν περισσότερη έρευνα για την βελτίωση της αποτελεσματικότερης χρήσης τους. Περιλαμβάνουν την ηλιακή τεχνολογία (ηλεκτρικών στοιχείων η εστιακών εγκαταστάσεων υψηλών θερμοκρασιών), την πυρηνική τεχνολογία σχάσης και σύντηξης, την γεωθερμική τεχνολογία, την αιολική, την τεχνολογία κυμάτων και άλλες πιο εξωτικές τεχνολογίες όπως διαστημικά πλαίσια. Οι τεχνολογίες αυτές είναι πράγματι μη CO² ρυπογόνες και ουσιαστικά ανεξάντλητες. Αλλά και τεχνολογίες ορυκτών πόρων θα συνεχίσουν να συμβάλλουν ιδίως αυτές που αφορούν αποθήκευση και ανακύκλωση του CO². Τέλος τεχνολογίες παραγωγής υδρογόνου/οξυγόνου ως μέσων αποθήκευσης ενέργειας θα προσαρτηθούν σε αυτή τη βάση.



Μολονότι στην περίπτωση της αιολικής και ηλιακής τεχνολογίας ηλεκτρικών στοιχείων ενδέχεται να εξελιχθούν μικρής ισχύος επί τόπου μονάδες, όπως σε χώρες σαν την Ελλάδα όπου δεν υπάρχουν βαριές ενεργοβόρες βιομηχανίες, τελικά οι μεγάλης κλίμακας ποιο αποτελεσματικές εγκαταστάσεις παραγωγής, στηριζόμενες στις τεχνολογίες ηλιακών εστιακών εγκαταστάσεων υψηλών θερμοκρασιών, στον άνθρακα, την πυρηνική σχάση και προοδευτικά σύντηξη θα είναι αυτές που θα επιφορτιστούν τον κύριο όγκο παραγωγής για τη γενική ζήτηση σε πολυπληθυσμικά και βιομηχανικά κέντρα. Θα είναι επίσης αυτές που θα ενσωματωθούν πλήρως σε ένα υπεραγώγιμο δίκτυο διανομής προκειμένου να καλυφτούν γεωγραφικές αιχμές στη ζήτηση σε παγκόσμια επίπεδο.



Καθεμία από αυτές τις τεχνολογίες αντιμετωπίζει σήμερα σοβαρότατα αλλά διαφορετικά εμπόδια.



Ηλιακά πλαίσια πυριτίου σήμερα απαιτούν μεγάλους χώρους και είναι πολύ μικρής απόδοσης. Συνεχής ταινίες πυριτίου και άλλων υλικών με παρόμοιες ηλεκτρικές ιδιότητες αλλά υψηλότερες αποδόσεις θα εμφανιστούν καθώς η έρευνα στον τομέα αυτόν εντείνεται, αλλά αρχικές επενδύσεις εγκατάστασης απαιτούν σημαντικές επιδοτήσεις, που υπερβαίνουν κατά πολύ την τρέχουσα άτολμη υποστήριξη από τις κυβερνήσεις.



Ηλιακές εστιακές εγκαταστάσεις υψηλών θερμοκρασιών σε γεωγραφικές περιοχές υψηλής ηλιοφάνειας θα αναπτυχτούν παράλληλα με την εγκατάσταση υπρεραγώγιμων δικτύων μεταφοράς καθώς πολλές από αυτές τις περιοχές θα βρίσκονται μακριά από ενεργοβόρα κέντρα.



Καθώς οι σχετικοί κίνδυνοι εκτιμούνται ακριβέστερα και παρά το τελευταίο σοβαρότατο ατύχημα της Φουκουσίμα οι τεχνολογίες πυρηνικής σχάσης και σύντηξης αναπτύσσονται πάλι, αργά αλλά σταθερά, με ελπιδοφόρες προοπτικές παρά τις εκ διαμέτρου αντίθετα παγιωμένες θέσεις ειδικών συμφερόντων και ιδεολογιών. Η πίεση από τέτοιες ομάδες έχει οδηγήσει σε πόλωση που μόνο σοβαρό πολιτικό κεφάλαιο, που σιγά σιγά διατίθεται, μπορεί να μειώσει και τα εμπόδια που είχαν παγώσει αυτές τις τεχνολογίες και εκμηδένισαν την έρευνα στον τομέα τους να αποσυρθούν.



Οι άλλες μη CO² ρυπογόνες τεχνολογίες πιθανόν να έχουν σχετικά μέτρια συμβολή σε παγκόσμια κλίμακα όσο και αν είναι περιβαλλοντικά ελκυστικές.



Ορυκτά καύσιμα θα εξακολουθήσουν να παρουσιάζουν σοβαρό δυναμικό, ιδιαίτερα για τη μεταβατική περίοδο προς το μέσον του αιώνα. Αυτό υπό την προϋπόθεση αποθήκευσης CO² με την περαιτέρω ανάπτυξη σχετικών τεχνολογιών. Επιπλέον, θέτοντας κατά μέρος επενδύσεις για τη μετατροπή του CO² πάλι σε αδρανή προϊόντα άνθρακα και οξυγόνου δεν είναι πρόταση τόσο εξωπραγματική όσο ακούγεται. Τα αποθέματα υδρογονανθράκων θα συνεχίσουν να μειώνονται με επιπτώσεις αρχικά στην αγορά της ενέργειας αλλά σταδιακά θα περιοριστούν στην τροφοδοσία πρώτων υλών στην χημική βιομηχανία.



Τέλος με τις αναπτυσσόμενες τεχνολογίες για την απευθείας μετατροπή ηλεκτρικής ηλιακής ενέργειας σε υδρογόνου/οξυγόνο θα επιτευχθεί μεγάλης κλίμακας αποθήκευση ενέργειας, σαν ρυθμιστική παράμετρος ακμών ζήτησης η για καταναλωτές αποκεκομμένους από τα κύρια δίκτυα διανομής.



Η εστίαση της παραγωγής σε δύο μόνο χρησιμοποιήσιμες μορφές ενέργειας: ηλεκτρικής, και των παράγωγων της μέσων αποθήκευσης, υδρογόνου/οξυγόνου θα απλοποιήσει την παραγωγή και διανομή, θα εισαγάγει τεράστιες οικονομίες κλίμακας και θα επιτρέψει την εκμετάλλευση του γεγονότος ότι σήμερα μεγάλες περιοχές του κόσμου έχουν ακόμη εμβρυακές υποδομές. Αυτό προσφέρει ευκαιρία άμεσης εφαρμογής σε αυτές των τελευταίων τεχνολογιών. Υφιστάμενες εγκαταστάσεις παραγωγής, διανομής και αποθήκευσης μη ηλεκτρικής ενέργειας θα αποσυρθούν σταδιακά με κατάλοιπα μόνο για ειδικές συνθήκες.



Η διασύνδεση των μεγάλων μονάδων παραγωγής μέσω ενός παγκόσμιου υπεραγώγιμου δικτύου εξαιρετικά χαμηλών απωλειών, όπως αναφέρεται ανωτέρω, θα είναι επίσης η σπονδυλική στήλη του συστήματος διανομής. Σε αυτήν θα απορροφηθούν τα υπάρχοντα περιφερειακά δίκτυα προς τον καταναλωτή.



Καταναλωτές ενέργειας θα ταξινομηθούν σε δύο κατηγορίες. Αυτοί που θα είναι συνδεδεμένοι άμεσα με το ηλεκτρικό δίκτυο και αυτοί με μη απευθείας σύνδεση που θα πρέπει να αποθηκεύουν ενέργεια, καθώς θα λειτουργούν ανεξάρτητα από το δίκτυο.



Για την πρώτη κατηγορία, δεδομένης της αποδοτικότητας της άμεσης χρήσης της ηλεκτρικής ενέργειας, η μέθοδος θα προβλέπει βασικές αρχές. Για παράδειγμα, οι μέσων και μακρών αποστάσεων ηπειρωτικές μεταφορές θα πραγματοποιούνται στην ξηρά σιδηροδρομικώς. Τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα αυτό σίγουρα θα ανταποκριθούν στην πρόκληση για ικανοποιητικές λύσεις. Ανάπτυξη των κατάλληλων υποδομών ωστόσο θα απαιτήσει σημαντικούς πόρους και χρόνο για να αποδώσουν. Μέρος από τις υφιστάμενες οδικές υποδομές, με κατάλληλες μετατροπές θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να μειωθεί το φόρτο νέων επενδύσεων.



Συνδεδεμένο με αυτή την υποδομή, σύστημα κινητικότητας μικρής απόστασης θα εξασφαλίζεται από ηλεκτρικά οχήματα συσσωρευτών με τα κατάλληλα χαρακτηριστικά για εκπλήρωση αυτής της αποστολής. Θα είναι επίσης συμπληρωματικά στις αστικές ανάγκες μετακίνησης που θα προσφέρονται από εξειδικευμένες ηλεκτροκίνητες υπηρεσίες για το κοινό. Τέτοιες αλλαγές απαιτούν μακροχρόνιες και ολοκληρωμένες επικοινωνιακές προσπάθειες διαπαιδαγώγησης σε συνδυασμό με δημοσιονομικές πολιτικές για την πραγματοποίηση δραματικής αλλαγής της συμπεριφοράς του κοινού στην κινητικότητα, την ελευθερία της κυκλοφορίας και το ρόλο των σύγχρονων τηλεπικοινωνιών.



Όλοι οι άλλοι άμεσα συνδεδεμένοι καταναλωτές όπως τα κτίρια, οι δρόμοι και οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις θα χρησιμοποιούν ηλεκτρική ενέργεια. Απαιτείται περισσότερη έρευνα για τη μεταβατική περίοδο ώστε να χρησιμοποιηθεί κάθε δυνατή ευκαιρία για την παραγωγή εις το μέγιστο συμπληρωματικής ηλεκτρικής ενέργειας επί τόπου και ανακαίνιση της υπάρχουσας υποδομής με σύγχρονη παθητική προστασία στη κατανάλωση ενέργειας με συνέπεια μείωση της επιβάρυνσης στο δίκτυο.



Οι μη συνδεδεμένοι άμεσα καταναλωτές είναι κυρίως οχήματα μακρών αποστάσεων και τοπικής διανομής εμπορευμάτων. Η περίπτωσή τους απαιτεί ένα επιπλέον στάδιο ενεργειακής μετατροπής, καθώς θα χρησιμοποιούν υδρογόνο/οξυγόνο σαν καύσιμα και τροποποιημένες εγκαταστάσεις προώθησης. Η αποθήκευση του υδρογόνου σε μικρή κλίμακα δεν είναι μια απλή τεχνική πρόκληση, εξ ου η ανάγκη ανάπτυξης τέτοιων υποδομών ως επί το πλείστον για υπερωκεάνιες μεταφορές και εξειδικευμένα κέντρα τοπικής διανομής. Τέτοια οχήματα, όπως πλοία και αεροπλάνα, θα χρησιμοποιηθούν κυρίως για υπερωκεάνιες διηπειρωτικές μεταφορές.



Για τέτοιες μελλοντικές εξελίξεις επίγνωση της πραγματικότητες του σήμερα είναι κρίσιμη. Αφενός, οι σύγχρονες τηλεπικοινωνίες έχουν κάνει τον κόσμο μας να μοιάζει περισσότερο ότι πράγματι είναι, δηλαδή ένας μικρός πλανήτης ή όπως μερικές φορές τον αποκαλούμε, ένα χωριό. Από την άλλη, κανείς κατακλύζεται από την ποικιλία ιστοριών, πολιτισμών, και κοινωνικό-πολιτικών και οικονομικών συστημάτων που καλούνται να συνυπάρξουν. Το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης, οδηγούμενο προς το παρών μόνο από οικονομικές δυνάμεις, δημιουργεί τεράστιες εντάσεις σε κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις. Έλλειψη αποτελεσματικών παγκόσμιων θεσμών δείχνει ότι η ανθρωπότητα έχει βάλει το κάρο και τον αναβάτη του να τραβάει το άλογο. Και όμως η ευκαιρία να αναπτυχτεί ένα σαφές παγκόσμια ισορροπημένο όραμα για επάρκεια ενέργειας οικοδομείται με πολλαπλές τοπικές και περιφερειακές τάσεις. Η ανάγκη για την ανθρωπότητα να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση μέχρι τη μέση του αιώνα είναι μοναδική, μη επαναλαμβανόμενη και επιβεβλημένη.



Σήμερα οι αναπτυγμένες δυτικές χώρες εξακολουθούν να κατέχουν σημαντικό τεχνολογικό και οικονομικό προβάδισμα αλλά το υπόλοιπο του πλανήτη τις πλησιάζει. Κοινωνικό-πολιτικά συστήματα ξένα προς τις δυτικού τύπου δημοκρατίες τις ανταγωνίζονται. Το δυναμικό ανάπτυξης και οι αριθμοί είναι σαφώς υπέρ του υπόλοιπου πλανήτη. Ιστορικές μνήμες ελλοχεύουν αμοιβαία καχυποψία και μερικές φορές εχθρότητα. Αλλά τα δύο μέρη βλέπουν ότι εάν δεν ασχοληθούν με παγκόσμιες προκλήσεις όπως η ενεργειακή επάρκεια, και συμφωνήσουν για ένα σαφές όραμα, θα βρεθούν σύντομα προ μεγάλων συγκρούσεων με καταστροφές σε κλίμακα που ξεπερνά τη φαντασία.



Στοχαστές των παγκόσμιων υποθέσεων ωθούν προς αυτή την κατεύθυνση συνεννόησης. Βλέπουν να αναδύεται μια νέα ισορροπία όταν η κατανομή του πλούτου στις κοινωνίες δεν θα είναι πολύ διαφοροποιημένη σε όλες τις ηπείρους και ως συνέπεια ζήτηση για ενέργεια κατά τη μεταβατική περίοδο θα διαφέρει ριζικά από περιοχή σε περιοχή. Οι φτωχότερες περιφέρειες θα απαιτήσουν πολύ περισσότερο. Και εδώ έγκειται η ευκαιρία. Εάν η διεθνής κοινότητα καταφέρει να ανταποκριθεί στις ανάγκες αυτές, τις περιβαλλοντολογικές πιέσεις και τις συνέπειες όσον αφορά την αλλαγή του κλίματος με τις τεχνολογίες του μέλλοντος, η έλλειψης εμπιστοσύνης και πικρία μπορούν να μειωθούν σημαντικά.



Από αυτό προκύπτει ότι κατά τη μετάβαση στο όραμα της άφθονης και περιβαλλοντικά αποδεκτής ενέργειας, υπάρχει επείγουσα ανάγκη για αποτελεσματικούς παγκόσμιους φορείς διαρθρωμένους για αυτόν τον αιώνα. Υφιστάμενοι διεθνείς φορείς έχουν σχεδιαστεί και σε ορισμένο βαθμό, έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του δεύτερου μέρους του προηγούμενου αιώνα. Υπάρχουν όμως σαφείς ενδείξεις ότι, εάν δεν αναδιαρθρωθούν εκ βάθρων, δεν θα είναι σε θέση να διαχειριστούν τον κόσμο των επερχόμενων πενήντα χρόνων. Οι ίδιοι οι φορείς το έχουν αναγνωρίσει και σχεδιάζουν αλλαγές, αλλά εκτός εάν μεγάλα έθνη, στα υφιστάμενα και μελλοντικά φόρα, όπως G8+ και G20 παράσχουν κατεύθυνση, σχέδια εκτέλεσης και ανεπιφύλακτη υποστήριξη πολύ λίγο θα αλλάξει.



Τέλος, κοιτάζοντας την μεταβατική περίοδο, πρέπει κανείς να κάνει μια σοβαρή παρατήρηση. Κάθε σημαντική αλλαγή κατεύθυνσης στους βασικούς άξονες ενεργειακής πολιτικής πρέπει να λάβει υπόψη τα περιθώρια ελαστικότητας της βιομηχανικής και κοινωνικής βάσης να την απορροφήσει χωρίς καταστροφικές συνέπειες. Γι`αυτό εφαρμογή ενός σχεδίου μετάβασης το νωρίτερο είναι επιτακτική ανάγκη. Επιπλέον, πρέπει να επιχειρηθεί επικοινωνιακή προσπάθεια καθοδηγούμενη από αξιόπιστο διεθνή φορέα με απλά μηνύματα επικεντρωμένα στους διάφορους πληθυσμούς. Κίνδυνοι εμπεριεχόμενοι στο σχεδιασμό και τις τεχνολογίες πρέπει να αποσαφηνιστούν. Ζούμε στον 21ο αιώνα και η διαφάνεια είναι ζωτικής σημασίας.



Βεβαίως η παρούσα θεώρηση δεν είναι μοναδική. Ο σκοπός της είναι να προκαλέσει διάλογο προς καλλίτερες εναλλακτικές και να ωθήσει μικρές αλλά με δυναμικά πλεονεκτήματα για τον ενεργειακό κόσμο του μέλλοντος χώρες σαν την Ελλάδα να εμβαθύνουν εγκαίρως στις ευκαιρίες που προσφέρουν αυτές οι κοσμογονικές αλλαγές.



Εν κατακλείδι, μια κρίσιμη απαίτηση για ένα ‘όραμα’ στον τομέα των ενεργειακών αναγκών του αιώνα του υδρογόνου είναι η άμεση χρησιμοποίηση του διατιθέμενου χρόνου σε συνδυασμό με ανάληψη κίνδυνων από την πολιτική και επιστημονική ηγεσία σε παγκόσμια επίπεδο. Ο συντάκτης εκφράζει την λύπη του αν το περιεχόμενο του παρόντος άρθρου δείχνει απαισιόδοξο. Ωστόσο, είναι αμφίβολο αν τα σημερινά παγκόσμια θεσμικά όργανα, οι δυνάμεις της αγοράς των σύγχρονων καπιταλιστικών και μη καπιταλιστικών συστημάτων και οι παγιωμένες θέσεις των κυριότερων προμηθευτών ενέργειας προσφέρουν το πιο αποτελεσματικό περιβάλλον για την διαχείριση μιας τέτοιας πρόκλησης. Τα παγκόσμια και περιφερειακά φόρουμ πολιτικών ηγετών πρέπει να κινητοποιηθούν προς αποφυγήν δυσμενέστατων συνεπειών μιας αδράνειας στην πρόκληση.



Κ.Π.Βλαχοδήμος

Το Αντίπαλο Δέος

Οι τελευταίες ανταλλαγές μηνυμάτων ανάμεσα στην Δικαστική εξουσία με την Νομοθετική και την Εκτελεστική έριξαν ακόμη περισσότερο φώς και επιβεβαίωσαν την πραγματικότητα της στυγνής κομματοκρατίας που υπομένει η ταλαίπωρη Ελληνική κοινωνία. Επήραμε από μια άλλη γωνία την εικόνα του τέρατος που κατατρώγει τις σάρκες της παρόλο που αυτό δεν ήταν παρά μία ακόμη ένδειξη μετά από τόσες άλλες που έχουν συσσωρευτεί. Το κομματικό κατεστημένο με τα πλοκάμια του είναι ένα καρκίνωμα σε προχωρημένη φάση με καλπάζουσα ανάπτυξη και συνδεδεμένο με κέντρα οικονομικών συμφερόντων που βρίσκονται έξω από την χώρα μας και που απομυζούν το μεγαλύτερο μέρος των πόρων από την κατακρημνιζόμενη χώρα. Στην καρδιά αυτής της διαδικασίας το ανυπέρβλητο χρέος για το οποίο η κοινωνία δεν γνωρίζει λεπτομέρειες και το βαθμό νομιμότητας του, ο διαχρονικός εκμαυλισμός της και η αναπόφευκτη ταχύτατη εξαθλίωση της.


Υπό τις παρούσες συνθήκες δεν διαφαίνεται σοβαρή πίεση για την απαιτούμενη ριζική αλλαγή στην διαχείριση των κρατικών υποθέσεων καθώς το κατεστημένο που τις διαχειρίζεται δεν απειλείται από πουθενά. Αυτό διακρίνεται εύκολα από το γεγονός ότι εν μέσω τόσων δεινών για τον απλό πολίτη διατηρεί ουσιαστικά όλα του τα προνόμια αλώβητα. Αντιδράσεις, όπου εκδηλώνονται, είτε είναι παρακινούμενες από τις παραφυάδες του κατεστημένου για παραπλάνηση και κοινωνική παράλυση είτε είναι αναιμικές καθώς η συνοχή της κοινωνίας έχει καταρρεύσει και ο καθένας αγωνίζεται για τον εαυτό του και την οικογένεια του.

Υπάρχει άραγε ελπίδα ανάτασης και διάσωσης του Έθνους; Ίσως ναι.

Η ιστορία έχει δείξει ότι σε έθνη με μακριά ιστορία υπάρχει πάντοτε το δυναμικό να γεννήσουν το αντίπαλο δέος σε μια ολιγοκρατεία σαν και αυτή που γαλούχησε η χώρα μας, ιδιαίτερα την τελευταία γενιά. Σε παλαιότερο άρθρο μου το έθιξα γράφοντας ` Για τον πολίτη αυτής της χώρας τα περιθώρια για πορεία έξω από τον βούρκο για αυτόν αλλά κυρίως για τους απογόνους του έχουν απελπιστικά στενέψει. Επειδή το πολιτικό κατεστημένο περιλαμβάνει ουσιαστικά όλο το κομματικό φάσμα απομένει μόνον στον ίδιο να δραστηριοποιηθεί πολιτικά, αποφεύγοντας στο μέτρο του δυνατού τη χρήση βίας, για να δημιουργήσει το αντίπαλο δέος. Μπορεί να φαίνεται εξωπραγματικό, μια καθαρή ουτοπία, αλλά δεν πρέπει να είναι. Σίγουρα είναι μια καινούργια εμπειρία για πολλούς από εμάς, ίσως και ξένη για την κουλτούρα μας αλλά μόνο μια συλλογική προσπάθεια με επιμονή, αυτοσυγκράτηση και θάρρος μπορεί να φέρει αποτελέσματα. Κάθε άτομο πρέπει να προσπαθήσει με την βοήθεια της νέα τεχνολογίας επικοινωνιών που έχει αποδείξει την τρομερή της δύναμη, να συμμετάσχει άμεσα στη δημιουργία πολιτικών ομάδων της γειτονίας , του χωριού, της πόλης σε μια διαδικασία που θα έχει σαν μοναδικό σκοπό να αναδείξει την νέα γενιά του πολίτικου, εκπαιδευτικού, συνδικαλιστικού και επικοινωνιακού κόσμου.`

Ίσως θα έπρεπε να εμβαθύνουμε πολύ στην διαδικασία για την εκμετάλλευση αυτού του δυναμικού. Να δραστηριοποιηθούμε για την δημιουργία αντίπαλου δέους που πρέπει να μεταλλαχτεί σε ισχύ που θα υποχρεώσει το πολιτικό κατεστημένο να παραδώσει την διαχείριση της τύχης του έθνους σε μια εναλλακτική ακομμάτιστη ηγετική ομάδα που θα λειτουργήσει με κανόνες εθνικής ενότητας, επαρκεί τεχνοκρατική κατάρτιση και στιβαρές ηγετικές ικανότητες.

Υπάρχουν τρία βήματα για την εκμετάλλευση αυτού του δυναμικού. Το πρώτο, αν πιστέψει κάνεις το βασικό μήνυμα των δημοσκοπήσεων, έχει ήδη συντελεστεί. Πρόκειται για την πλήρη απώλεια εμπιστοσύνης προς το πολιτικό κατεστημένο από την κοινωνία. Περισσότερο από 80% του εκλογικού σώματος στρέφεται εναντίον του. Και σε αυτό το ποσοστό δεν περιλαμβάνονται οι πολύ νέοι που εκπροσωπούν τον δυναμισμό που έρχεται. Είναι ειρωνική παρατήρηση να σημειώσει κάνεις ότι τα περισσότερα ολοκληρωτικά καθεστώτα στην ιστορία πριν κατακρημνιστούν διαχειριστήκαν την κρατική εξουσία με ποσοστά γύρο στο 15% του εκλογικού σώματος που αποτελούσε και την νομενκλατούρα.

Και ενώ αυτό το πρώτο και εξαιρετικά σημαντικό βήμα έχει συντελεστεί και έχει δημιουργήσει τις ευνοϊκές συνθήκες, τα δύο επόμενα βήματα χωλαίνουν. Αφορούν στην διαδικασία με την οποία λαϊκά υποστηριζόμενες ηγετικές ομάδες θα αναδειχθούν και δραστηριοποιηθούν. Είναι τα βήματα που θα αναδείξουν την κεφαλή του κινήματος εναντίον του κατεστημένου. Και εδώ τα αποθέματα από τα οποία θα αναδειχθεί αυτό το ηγετικό δυναμικό σχετικά αδρανούν.

Το δεύτερο βήμα αφορά τους πολίτες που ανήκουν σε αυτά τα αποθέματα που πρέπει να κινηθούν για να βάλουν το Έθνος σε εγρήγορση. Η δραστηριοποίηση τους εμπεριέχει σοβαρούς προσωπικούς κινδύνους. Μερικοί έχουν ήδη αρχίσει να κινούνται, ίσως δειλά. Τέτοιοι πολίτες είναι άνθρωποι του πνεύματος, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες, επιχειρηματίες, ακαδημαϊκοί, τεχνοκράτες και άλλοι εντός και εκτός Ελλάδος, όλοι τους ακομμάτιστοι και σεβαστοί στην κοινωνία σαν πατριώτες. Είναι αυτοί που πρέπει να συγκροτήσουν τις εκκλησίες των απλών πολιτών που είναι κοντά τους για να τους πουν την πραγματική αλήθεια για το μέγεθος της πρόκλησης και τρόπους αντιμετώπισης της, να επικοινωνήσουν μεταξύ τους για να μορφώσουν δομές συναίνεσης, σχεδία και στρατηγικές δράσης.

Το τρίτο βήμα αφορά στις διαδικασίες ανάδειξης, μέσα από τις δομές συναίνεσης από την πλατειά αντιπροσώπευση της κοινωνίας, μιας μικρής ομάδας ανθρώπων με πείρα στην διαχείριση κρατικών υποθέσεων και με αποδεδειγμένες ηγετικές ικανότητες που θα προσβάλλουν το κατεστημένο να παράδοση την διαχείριση του Ελληνικού κράτους καθόσον δεν το εκπροσωπεί πλέον. Καθώς το πρώτο και ποιο δύσκολο βήμα έχει γίνει, με την βοήθεια της νέας τεχνολογίας επικοινωνιών, τα άλλα δύο θα μπορούσαν να χτιστούν παράλληλα και γρήγορα.

Μόνον το χτίσιμο μιας τέτοιας δομής μπορεί να αποτελέσει το αντίπαλο δέος στην ολιγοκρατία του πολίτικου κατεστημένου με τα πλοκάμια του. Κανείς δεν υποτιμά τις δυσκολίες για να πετύχει μια τέτοια προσπάθεια. Όπως ανέφερα στο απόσπασμα από το προηγούμενο άρθρο μου, η προσπάθεια μοιάζει ουτοπιστική και αν ξεκινήσει εμπεριέχει πολλούς κινδύνους, ακόμα και βίαιων συγκρούσεων, αλλά το θέμα είναι ότι όσο περισσότερο καθυστερεί τόσο η λαϊκή εξέγερση, που άρχετε σίγουρα, θα είναι ποιο ανεξέλεγκτη, χαώδης και βίαια προς όφελος εξτρεμιστικών δυνάμεων και από τις δύο πλευρές και αυτό θα μας πάει τρείς γενιές πίσω στο κλίμα του διχασμού και της εξαθλίωσης. Ελπίζω, τουλάχιστον οι γεροντότεροι από αυτά τα δυναμικά στοιχεία που πρέπει να ρισκάρουν και να κινηθούν, αντιλαμβάνονται τι εννοώ.



Κ.Π.Βλαχοδήμος 10 Απριλίου 2011